ΣΕΛΙΔΕΣ
Αρχειοθήκη
-
►
2022
(3)
- ► Ιανουαρίου (3)
-
►
2017
(2834)
- ► Δεκεμβρίου (79)
- ► Σεπτεμβρίου (261)
- ► Φεβρουαρίου (194)
- ► Ιανουαρίου (207)
-
►
2016
(1885)
- ► Δεκεμβρίου (150)
- ► Σεπτεμβρίου (258)
- ► Φεβρουαρίου (129)
- ► Ιανουαρίου (102)
-
►
2015
(1400)
- ► Δεκεμβρίου (76)
- ► Σεπτεμβρίου (105)
- ► Φεβρουαρίου (133)
- ► Ιανουαρίου (126)
-
►
2014
(1174)
- ► Δεκεμβρίου (123)
- ► Σεπτεμβρίου (211)
- ► Φεβρουαρίου (29)
- ► Ιανουαρίου (14)
-
►
2013
(213)
- ► Δεκεμβρίου (30)
- ► Σεπτεμβρίου (19)
- ► Φεβρουαρίου (19)
- ► Ιανουαρίου (19)
-
►
2012
(201)
- ► Δεκεμβρίου (13)
- ► Σεπτεμβρίου (14)
- ► Φεβρουαρίου (19)
- ► Ιανουαρίου (20)
-
►
2011
(185)
- ► Δεκεμβρίου (12)
- ► Σεπτεμβρίου (13)
- ► Φεβρουαρίου (24)
- ► Ιανουαρίου (10)
-
▼
2010
(75)
- ► Δεκεμβρίου (9)
-
▼
Οκτωβρίου
(12)
- Το .... "προτηγανισμένο" ψηφοδέλτιο του κ. Δακή
- Η αφαιρετική μέθοδος!
- ΓΚΡΙΖΕΣ ΖΩΝΕΣ 28-10-2010
- ΕΝΩ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ ΓΥΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΣΤΙΣ “ΣΕΙΡΗΝΕΣ” ...
- ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΗ ΚΑΜΠΑΝΙΑ: ΠΟΡΤΑ - ΠΟΡΤΑ
- ΓΚΡΙΖΕΣ ΖΩΝΕΣ (21-10-2010)
- ΓΚΡΙΖΕΣ ΖΩΝΕΣ (14-10-2010)
- Η κοινωνιολογία του face book
- ΓΚΡΙΖΕΣ ΖΩΝΕΣ 7-10-2010
- Κρύβουν τις παράνομες χωματερές!
- AΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΑΜΑΡΑ: Ήλθε, είδε και απήλθε...
- Αποκαλυπτική Συνέντευξη του Πασχάλη Γκέτσιου στην ...
- ► Σεπτεμβρίου (20)
Από το Blogger.
ΑΝΑΖΗΤΕΙΣΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Πνευματική ιδιοκτησία & Αντιγραφή υλικού
Το περιεχόμενο του blog μας αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του kastorianiestia.gr
H αναδημοσίευση υλικού σε άλλη ιστοσελίδα επιτρέπεται μόνο με την προϋπόθεση αναφοράς της πηγής με ενεργό link προς το πρωτότυπο άρθρο.
Το περιεχόμενο του blog μας αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του kastorianiestia.gr
H αναδημοσίευση υλικού σε άλλη ιστοσελίδα επιτρέπεται μόνο με την προϋπόθεση αναφοράς της πηγής με ενεργό link προς το πρωτότυπο άρθρο.
Πρόσφατα
15 Οκτωβρίου 2010
Η κοινωνιολογία του face book
10/15/2010 09:20:00 π.μ.
|
|
Σχόλιο του Λεωνίδα Εκιντζόγλου
Ο Γιάννης έχει μόλις γίνει ‘φίλος’ με την Μαρία μολονότι προσωπικά δεν έχουνε συναντηθεί ποτέ. Η Μαρία έχει επίσης γίνει ‘φίλη’ του Ιgor, ο οποίος είναι ήδη ‘φίλος’ του Ivan, που είναι ‘φίλος’ με τον Bill και την Tara, η οποία –από αντιπροχθές- ζήτησε να γίνει ‘φίλη’ του Rabitranath, αν κι αυτός ο τελευταίος ακόμη δεν της έχει απαντήσει αν κάνει ή όχι αποδεκτό το αίτημα της. Μέσα στους δαιδαλώδεις διαδρόμους της εικονικής πραγματικότητας του face book πάμπολλοι άνθρωποι καθημερινά γίνονται ‘φίλοι’ με πάμπολλους άλλους ανθρώπους, τους περισσότερους από τους οποίους ούτε τους έχουν, ούτε και πρόκειται ποτέ να τους απαντήσουν εκ του σύνεγγυς. Ο Γιάννης κι η Μαρία φροντίζουν καθημερινά, σαν μεθοδικοί τοκογλύφοι, να εμπλουτίζουνε τις ανούσιες λίστες των ‘σχέσεων’ τους με καινούργια ονόματα ανθρώπων, άγνωστων μέχρι τούδε σ’ αυτούς, τους οποίους παρόλο που τόσο εύκολα ονοματίζουνε σαν ‘φίλους’, είναι πιθανό, αν ποτέ, μια μέρα των ημερών συναπαντηθούν μαζί τους στο δρόμο, να τους προσπεράσουν χωρίς καν να τους αναγνωρίσουν. Η Μαρία κι ο Γιάννης βρίσκονται πολύ κοντά στον πολύφερνο στόχο να γεμίσουνε τις λίστες τους με 1000 και βάλε άτομα, κι άμα το πετύχουν θα νοιώσουν σημαντικοί και σπουδαίοι, σαν Φαραώ που μόλις σκαρφαλώσανε μια πυραμίδα από φρέσκο και κοπανιστό αέρα.
Όλο αυτό το παιχνίδι των εικονικών σχέσεων μας πηγαίνει πολύ πιο πέρα από την τραγικότητα του μοντέρνου ορισμού των ανθρωπίνων ‘σχέσεων’. Γιατί δεν συνιστά μόνο μια ‘έκπτωση’ αυτών των σχέσεων αλλά ταυτόχρονα και μια αποδοχή αυτής της έκπτωσης. Πρόκειται για τη νέα πραγματικότητα των καιρών, η οποία εν πολλοίς παραμένει ακατανόητη για ανθρώπους γεννημένους προ του 1970. Βεβαίως στον χώρο της τέχνης, τα χαρακτηριστικά και τις επιπτώσεις αυτής αρρυθμίας τα είχε ήδη δραματοποιημένα περιγράψει – από το 1996 - ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Hal Salwen στην υπαρξιακή του ταινία ‘Denise calls up’ (ελλ. τίτλος: Αναμείνατε στο ακουστικό σας). Η οποία είχε σαν κεντρική της ιδέα την φενάκη της διασύνδεσης και ‘επαφής’ μιας δράκας ανθρώπων που πλέκανε τα νήματα των προσωπικών τους ζωών αποκλειστικά μέσα από σύρματα του τηλεφώνου και ποτέ στην πραγματικότητα. Αλλά και ακόμη παραπίσω -το 1975- στην αρχή περίπου του προβλήματος που είχε αρχίσει να δημιουργεί το πρωτόλειο ακόμη τότε νεοτεχνολογικό πλαίσιο, η συνθέτρια Janis Ian έβρισκε τρόπο να παρεμβάλει μέσα στο βαθύτατα συναισθηματικό της τραγούδι ‘at seventeen’ κάποιους ανατριχιαστικούς στίχους: ‘And those of us with ravaged faces /lacking in the social graces/ desperately remained at home/ inventing lovers on the phone /who called to say come dance with me/ and murmured vague obscenities./ It isn't all it seems… (Κι εκείνες από εμάς με τα φθαρμένα πρόσωπα/και με την λιγότερη κοινωνική γοητεία / απελπισμένες κλεινόμαστε στα σπίτια μας/ επινοώντας εραστές μέσα από τηλεφωνήματα/που μας καλούνε να χορέψουμε μαζί τους / και μας ψιθυρίζουν αόριστες αισχρολογίες./Τα πράγματα δεν είναι καθόλου κατά πως φαίνονται.)
Κάτω από τις ακόμη πιο προχωρημένες σημερινές συνθήκες, θα πρέπει a fortiori να συμφωνήσουμε μαζί της: Πραγματικά τα πράγματα δεν είναι καθόλου κατά πως φαίνονται!
Με την εξαίρεση της προέκτασης μιας ήδη υφιστάμενης πραγματικής σχέσης μέσα στα πεδία του παγκόσμιου ιστού, το υπόλοιπο μέρος των σχέσεων που οικοδομούνται σε αυτόν εμφανίζεται a priori προβληματικό. Κι αυτό δεν αφορά τόσο το επίπεδο και την ποιότητα των κινήτρων των προσώπων που διαντιδρούν μέσα στο web, (αφού, λίγο-πολύ σε κάθε πεδίο κοινωνικής επαφής αυτά παραμένουν σταθερά ως αρχέτυπα), όσο στο επίπεδο του ‘συντακτικού’ που διαθέτει το ίδιο το μέσο. Την τεχνική του δηλαδή φύση και τις προδιαγραφές του, που επιτρέπουν ή δεν επιτρέπουν να εμφιλοχωρήσουν μέσα στην επικοινωνιακή διαδικασία ορισμένα επιθυμητά πράγματα. Καθότι εδώ διαπιστώνεται στην πιο άμεση και πλέρια ίσως εφαρμογή του το θεώρημα McLuhan πως ‘το μέσο είναι το μήνυμα’. Αφού όντως, είναι η ίδια η φύση του μέσου αυτή που τελικά απολύτως καθορίζει το περιεχόμενο και την ποιότητα του εκπεμπόμενου μηνύματος.
Όσοι ανοίγουνε μια σελίδα στο face book δηλώνουνε ταυτόχρονα τις επικοινωνιακές τους προθέσεις καθώς και τον δημογραφικό τους στόχο. Είναι αναγκασμένοι να το κάνουν, καθότι τους ρωτά -κατά την προ-διαδικασία- το ίδιο το μέσο. Φυσικά οι περισσότεροι προχωρούν σε απαντήσεις εσκεμμένα παραπλανητικές ή -έστω –παραποιημένες. Κι αυτό γιατί στην πραγματικότητα δεν καλούνται να χτίσουνε εκεί διαπροσωπικές σχέσεις με τους γνωστούς τυπικούς κανόνες των διαπροσωπικών σχέσεων. Αντίθετα, σε ένα καινοφανές πεδίο, (προ)καλούνται να οικοδομήσουν ένα νεότευκτο είδος ‘διαπροσωπικών’ σχέσεων οι οποίες –υποχρεωτικά- θα τελούν ανά πάσα στιγμή σε κοινή θέα και θα υπόκεινται στην εξέταση του κάθε ενδιαφερόμενου τρίτου. Συμμετέχουν δηλαδή -είτε τους αρέσει είτε όχι- σ’ ένα είδος ανοιχτού παιχνιδιού ‘big brother’ στο οποίο ολόκληρη η διαδικτυωμένη κοινωνία κρατά για λογαριασμό της έναν -στ’ αλήθεια πολύ ενοχλητικό- ρόλο, αυτόν του ανεπιθύμητου μπανιστιρτζή. Κι επειδή οι συνθήκες αυτές, όπως είναι φυσικό, μόνο την διαδραστικότητα δεν ευνοούν, εξωθούν αναγκαστικά το κάθε άτομο να επινοήσει προσωπικούς μηχανισμούς χρήσης αλλά και υπεκφυγής του ‘συντακτικού’ του μέσου. Προσπαθώντας να συνδυάσει τα ασυνδύαστα καταλήγει τελικά, σαν τους υποκριτές μοναχούς του Μεσαίωνα, να ξεκοκαλίζει με βουλιμία μόσχους σιτευτούς μεγαλο-Παρασκευιάτικα ξαναβαπτίζοντας τους σαν ‘ραδίκια’. Παλεύει με κάθε τρόπο και τα ιδιωτικά του βίτσια να ικανοποιήσει αλλά και τις δημόσιες αρετές να εμφανιστεί ως τηρούν.
Όπως είναι αναμενόμενο, στην υπηρεσία αυτής της μεθοδολογίας πρώτο και αναπόφευκτο θύμα πέφτει η αυθεντικότητα. Στο face book τίποτε δεν είναι αυτό που φαίνεται πως είναι. Τα πάντα είναι ρετουσαρισμένα και προσεκτικά συνταιριασμένα έτσι που να δημιουργούν μια συγκεκριμένη εικόνα αναφορικά με τον χρήστη. Αυτήν που ο ίδιος έχει καταστρώσει και θέλει να προβάλει προς τα έξω. Το ουσιαστικό εν τούτοις πρόβλημα για τους υπόλοιπους –το επαναλαμβάνω- δεν εντοπίζεται στην πιθανή κακότητα των προθέσεων του χρήστη, αφού αυτή (η κακότητα), όπως προανέφερα, σε κάποιον βαθμό μπορεί να προεξοφληθεί ως δεδομένη. Και στο web, όπως και οπουδήποτε αλλού, η αναλογία των απατεώνων, των ανθρώπων που θέλουν να εκμεταλλευτούν ανθρώπους, των παιδόφιλων, των τυχοδιωκτών, των ζιγκολό, κοκ. παραμένει σταθερά σταθερή. Με ποσοτικούς όρους δεν κινδυνεύει κανείς απ’ αυτούς περισσότερο η λιγότερο απ’ όσο κινδυνεύει σε οποιοδήποτε άλλο πεδίο, μέσο ή περίσταση. Το πραγματικό πρόβλημα εστιάζεται στο ότι το μέσο αυτό καθ’ εαυτό είναι -όπως θάλεγε και ο McLuhan- ‘ψυχρό’(cool). Από τη μια μεριά παρέχει ανενδοίαστα κι αφιλτράριστα στον πομπό τη δυνατότητα να περάσει το όποιο μήνυμα τον βολεύει, κι από την άλλη αποστερεί τον δέκτη από τη δυνατότητα να ελέγξει, στον απαιτούμενο βαθμό ασφαλείας, την βασιμότητα κάθε στοιχείου κι ισχυρισμού που του παρέχεται. Το face book (και το internet γενικότερα) με τον τρόπο αυτό δημιουργούν μια πελώρια λίμνη υποκρισίας και συγκαλυμμένου ψεύδους, κυρίως επειδή τσιγκουνεύονται την ποσότητα της μεταδόσιμης πληροφορίας και χρησιμοποιούν ένα συντακτικό που αχρηστεύει τους εξαιρετικά χρήσιμους μηχανισμούς metacommunication.
Κάθε φορά που ένας άνθρωπος ξεκινά πρωί-πρωί από το σπίτι του για να πάει στη δουλειά συναπαντιέται στον δρόμο με διάφορους γνωστούς και φίλους. Στην πλειονότητα τους οι γνωστοί αυτοί κι οι φίλοι του εύχονται ‘καλημέρα’. Άλλοι από αυτούς την εννοούν κι άλλοι όχι. Ο άνθρωπος μας είναι σε θέση εύκολα να ξεχωρίσει τους μεν από τους δε, αναλύοντας όχι τόσο το μήνυμα καθ’ εαυτό (την ‘καλημέρα’ δηλαδή), όσο τις άρρητες πληροφορίες που το συνοδεύουν και το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εκφέρεται. Αυτή ακριβώς η διαδικασία επισκόπησης πλαισίου αποκαλείται ‘metacommunication’. Και γίνεται εξαιρετικά αποκαλυπτική, καθότι είναι τελείως διαφορετικό πράγμα να μουρμουρίζει κανείς μέσα από τα δόντια του μια μουντή και κοφτή ‘…μέρα’ και ριζικά διαφορετικό να την προφέρει δυνατά και καθαρά, χαμογελώντας ταυτόχρονα ενώ το κάνει και κοιτάζοντας σταράτα. Αυτές οι πρόσθετες πληροφορίες είναι που κάνουν τη διαφορά κι αυτές είναι που καθορίζουν την τελική αξιοπιστία του μηνύματος. Έχουμε εδώ μια κλασσική περίπτωση επικοινωνιακού μηχανισμού που μεταστοιχειώνει την ποσότητα σε ποιότητα και αυξάνει έτσι το επίπεδο αναγνωρισιμότητας (άρα και ασφάλειας) των εμπλεκόμενων μερών. Δεν πρόκειται για τίποτε το καινούργιο. Αφού αυτό ακριβώς είχε στο μυαλό του και ο McLuhan, όταν στο πρώτο μέρος του συγγράμματος του ‘Understanding Media’ διαχώριζε τα μέσα σε ‘θερμά’ και ‘ψυχρά’. Όπου ήθελε τα μεν ‘θερμά’, όπως η γραπτή λογοτεχνία και ο κινηματογράφος, παρέχουνε γενναιόδωρα στον χρήστη τους όλες τις απαιτούμενες λεπτομέρειες (θυμηθείτε για παράδειγμα τα clues της Αγκάθα) και τον καθιστούν ικανό να βγάλει νόημα, τα δε ‘ψυχρά’, όπως η TV, το τηλέφωνο, τα commix και το internet δουλεύουν αφαιρετικά και διατηρούν σκοτεινές γωνιές στις οποίες στ’ αλήθεια μπορεί να παραφυλάνε δολοφόνοι. Η ποσοτική έλλειψη ουσιαστικών και απαραίτητων δεδομένων αλλά και η απουσία μιας metacommunication διαδικασίας ικανής να επαληθεύει την γνησιότητα και την ποιότητα των υπολοίπων, αποτελούν τα κρίσιμα μειονεκτήματα ασφαλείας του face book. Το αποτέλεσμα είναι πως οποιοσδήποτε περνά τις πύλες του παύει να είναι σε θέση να γνωρίζει τα πραγματικά πρόσωπα με τα οποία συνδιαλέγεται, δυσκολεύεται να αντιληφθεί ποιά διάθεση έχει ανά πάσα στιγμή ο κάθε συνομιλητής του, και το πως ακριβώς εννοεί εκείνα που λέει. Η αλλοπροσωπία, η παρερμηνεία και η παρεξήγηση διαρκώς ελλοχεύουν.
Όμως η κάθε συνδιάλεξη στο face book δεν είναι μόνο οντολογικά επικίνδυνη είναι και κοινωνικο-ψυχολογικά επισφαλής. Ο διάλογος σε κάθε του μορφή ενέχει εγγενώς μια κάποια μορφή ρίσκου αφού από την ίδια του την φύση συνιστά μια διαμάχη που ‘ματώνει’, πότε την μια και πότε την άλλη πλευρά. Στις πραγματικές διαπροσωπικές σχέσεις το μάτωμα αυτό (ακόμη και τότε που συμβαίνει με ολοκληρωτικούς όρους) είναι ανεκτό καθ’ όσον παραμένει αυστηρά ιδιωτικό. Στο face book όμως το κάθε μάτωμα είναι δημόσιο και μπορεί στ’ αλήθεια να προκαλέσει μεγάλη ζημιά. Η εικόνα ενός ‘υποσκελισμένου’ ατόμου αποδομείται ανελέητα από τον περίγυρο του και το κοινωνικό του στάτους υποβιβάζεται πολλά επίπεδα παρακάτω. Η κοινωνική χλεύη σε κάθε περίπτωση και σε κάθε διαβάθμιση της παραμένει εξαιρετικά επίπονη και δυσβάστακτη.
Απότοκος φυσικά αυτού του πράγματος είναι η μεγάλη επιφυλακτικότητα που προνοητικά επιδεικνύουν οι κάθε λογής χρήστες στις επαφές τους. Καταλήγοντας είτε να αποφεύγουνε ολοσχερώς τον διάλογο, είτε να τον διαχειρίζονται σε κάποιες πολύ ιδιότυπες, sui generis μορφές του.
Η ολοκληρωτική αποφυγή διαλόγου μπορεί κατ’ αρχήν να φαντάζει ως απίθανη μέσα στα πλαίσια ενός ειδικά επινοημένου χάριν της επικοινωνίας μέσου, παρ όλα αυτά αποτελεί το πλέον χρησιμοποιούμενο συμβατικό όπλο (μάλλον: αντι-όπλο) των χρηστών. Η πρακτική που συνήθως ακολουθούν τα περισσότερα μέλη είναι να διαβάζουν μεν και να ελέγχουν το κάθε τι που γράφεται, να απαντούν ωστόσο πολύ επιλεκτικά μόνο σε προσεκτικά ελεγμένες άσφαιρες ηπιότητες. Οι περισσότεροι κρατούν μονίμως ψηλά τις κεραίες τους προκειμένου να ανιχνεύσουν έγκαιρα την πιθανότητα που έχει ένα ιντρικαδόρικο θέμα να τους εκθέσει σε μια ειδική ή γενική αψιμαχία ή σε κάποιο ξέσπασμα λεκτικής βίας. Μια τέτοια κατάσταση κρίνεται άκρως ανεπιθύμητη από αυτούς γι αυτό και μόλις την εντοπίσουν επιβάλλουν παραχρήμα μια βαθιά σιωπή ασυρμάτου. Σε ένα από τα πλέον δημοφιλή και πολυπληθή fora θρησκόληπτων, επί παραδείγματι παρεισέφρησε πριν από κάμποσο καιρό ένας προβοκάτορας ‘συνδρομητής’ και ανήρτησε ένα εκτεταμένο σχόλιο με το οποίο υποστήριζε την ύπαρξη φυσικών αδελφών του Ιησού. Παρά την πολυπληθία των ορθόδοξων μελών και την ανοικτή πλέον πρόκληση που αυτά δέχονται μέσα στην έδρα τους, κανένας τους δεν έχει μέχρι στιγμής δεήσει να αντιμετωπίσει αυτούς τους αντιβαίνοντες προς τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις τους ισχυρισμούς. Η πιθανότερη ερμηνεία για αυτού του τύπου την φυγομαχία κατά την γνώμη μου, σχετίζεται, όχι τόσο με την ατομική έλλειψη των απαραίτητων για ένα τέτοιο είδος αντιπαράθεσης γνώσεων, όσο με το γεγονός της αναγκαστικής δημοσιοποίησης αυτής της έλλειψης, ενώπιον μιας μεγάλης μάζας αφανών θεατών. Το άτομο δηλαδή, με τελείως αντι-Σωκρατικά κριτήρια, δεν σοκάρεται τόσο από την ατομική του ανεπάρκεια σε κάποιο ιδιαίτερο πεδίο δεξιοτήτων, όσο από το ενδεχόμενο να πληροφορηθούνε κάποιοι τρίτοι αυτή του την ανεπάρκεια. Αντί να χρησιμοποιεί την κοινωνικότητα του ως εφαλτήριο γνώσης την χρησιμοποιεί ως πασαρέλα.Οπότε όχι μόνο δεν ζητά και δεν εκμεταλλεύεται την διαθέσιμη βοήθεια των άλλων, όχι μόνο δεν αναγνωρίζει και δεν επιχειρεί να θεραπεύσει τις προσωπικές του αδυναμίες, αλλά αντίθετα ακριβώς επιχειρεί να τις αποκρύψει από όλους.
Καθηλώνεται στα δεδομένα του, μπλοκάρει λειτουργικά την εξέλιξη του και φοβικά καταγίνεται με το πως θα ‘προστατεύσει’ πλέον αποτελεσματικά τον εαυτό του από το ενδεχόμενο μιας κοινωνικής χλεύης και αποδοκιμασίας. Έτσι, αναγκαστικά, προβάρει μια μάσκα κοινωνικής αδιαφορίας κι αμετοχίας. Διηγούμενο στον εαυτό του το ανέκδοτο του γρύλλου, καταλήγει για τακτικούς καθαρά λόγους, να απαρνείται τον διάλογο.
Φυσικό εξαγόμενο αυτής της γενικευμένης πρακτικής είναι το φαινόμενο της δεσπόζουσας έλλειψης ουσιαστικών διαλόγων μέσα στις ατελείωτες σελίδες του face book. Όσο και να ψάξει κανείς δεν υπάρχει περίπτωση να συναντήσει εμπνευσμένες φιλοσοφικές συζητήσεις, οικονομολογικούς διαξιφισμούς ή έστω μεστές πολιτικές αψιμαχίες. Κάπου-κάπου μόνον μπορεί να ανιχνεύει σκόρπιες παράτες μονολόγων ή λιγόλογες και πολύ προσεκτικά διατυπωμένες παραθέσεις Προσωπικών απόψεων. Με το ‘Π’ προκαταβολικά τονισμένο από τον ίδιο τον φορέα τους. Σε κάθε περίπτωση ένας προσεκτικός παρατηρητής εύκολα και γρήγορα θα διαπιστώσει πως οι επιθετικοί σχολιασμοί στην πλειονότητα τους δεν προκαλούν αντίλογο.
Το αντίθετο ακριβώς ισχύει για τα politically correct σχόλια, τις κολακείες, τους επαίνους, τις διατυπώσεις κοινότυπων κλισέ και τις κοινωνικά ευδόκιμες θέσεις. Ο,τιδήποτε μπορεί να εκφραστεί από την πλευρά ενός ατόμου εκ του ασφαλούς και να εντείνει τους δεσμούς που αυτό διατηρεί με μια ομάδα, ή να καλλιεργήσει την αντίθεση αυτής της ομάδας απέναντι στις υπόλοιπες, παρουσιάζεται ευθαρσώς -και ενίοτε με σημαντική έπαρση ή προπέτεια. Και μάλιστα -κατά πως θα ήταν και αναμενόμενο- τα σχόλια αυτού του τύπου συγκεντρώνουν άφθονους προσθετικούς και επιτατικούς σχολιασμούς από τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας. Οπουδήποτε σημειώνεται μια γενική ομόνοια ή –έστω- εκεί όπου ένα υπό διαπραγμάτευση θέμα διαθέτει αρεστό και δημοφιλές για μια πλειοψηφία περιεχόμενο, ουδείς διαθέτει λόγο και ενδοιασμό να μην εκδηλωθεί εντατικά υπέρ του. Και το κάνει με δυο εναλλακτικούς τρόπους. Έναν τεμπέλικο κι έναν εναργή. Επιλέγοντας τον πιο ασφαλή/τεμπέλικο συμμετέχει σε ένα είδος αυτό-επιβεβαιωτικού ‘δημοψηφίσματος’. Κλικάρει απλώς πάνω σ’ ένα διαθέσιμο ειδικό κομβίο και μ’ αυτό ‘καρφιτσώνει’ μια ετικέτα ‘Μου αρέσει/I like it’ πάνω στην αρχική τοποθέτηση. Πρόκειται για μια διαδικασία η οποία δύναται, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, να προκαλέσει την συσσώρευση μιας επίφοβης μάζας ‘συμφωνιών’ που πρόδηλο σκοπό τους έχουν, από τη μια να (επι)βεβαιώσουν την ιδεολογική ταυτότητα της κοινότητας και να προσδώσουν μεγαλύτερη δημογραφική ισχύ στα πιστεύω της, κι από την άλλη να διαδηλώσουν μια ριζική (πολεμική ενίοτε) αντίθεση προς
κάθε αντιτιθέμενη άποψη. Διότι ανέκαθεν η πολυπληθία χάριζε γενναιότητα και ευτολμία. O μηχανισμός προσομοιάζει αρκούντως σε εκείνα τα ομαδικά τελετουργικά που χρησιμοποιούν οι κοινότητες των εξαρτημένων/ απεξαρτημένων ατόμων που συντάσσουν δεμένες απ’ τα χέρια κυκλοφερείς ομάδες των οποίων το κάθε
μέλος δίνει κάθε τόσο ένα δυναμικό ‘παρών’. Και στο face book ο καθένας προκειμένου να αντλήσει δύναμη από τους άλλους συνάπτει μια άτυπη οιονεί κοινωνία μαζί τους κι ανακοινώνει περιστασιακά την εμμονή του στην αποδοχή και τήρηση κάποιων κοινών αρχών. Κι η Ευγενία είναι εδώ και είναι εντάξει. Κι ο αδελφός Ισίδωρος είναι εδώ κι είναι εντάξει. Κι ο Ιορδάνης. Κι ο Παχούμιος. Κι η Ζηνοβία. Κι όλοι οι λοιποί ομονοούντες αδελφοί. Βρε τι πολλοί που είμαστε και τι ωραία που τα λέμε!
Κι αφού τα μεγέθη της δημοφιλίας καταλήξουν στην δημιουργία μια κρίσιμης μάζας, τότε συμβαίνει ακόμη και τα πιο δειλά από τα μέλη της κοινότητας να ξεθαρρεύουν και να εκφράζονται εναργώς και πλέον ανοικτά. Πιάνουν και διατυπώνουν με κωδικοποίηση greekglish σύντομα μηνύματα με τα οποία κατεξοχήν συνεισφέρουν επανα-φραζόμενες κοινοτυπίες επάνω στην βασική θέση. Σχεδόν πάντοτε τα σχόλια αυτά συντίθενται από μικρές και περιεκτικές προτάσεις. Και δεν θα μπορούσε να είναι τίποτε το διαφορετικό αφού σκοπό τους δεν έχουν τόσο την προσπάθεια διαύγασης επί μέρους λεπτομερειών της αρχικής θέσης, αλλά κυρίως την επιβεβαίωση της συμμετοχής του φορέα τους στην ευρύτερη κοινότητα. Όσον αφορά τα greekglish πάλι, (τα ελληνικά που γράφονται με αγγλικούς χαρακτήρες) μπορούμε βασίμως να υποψιαστούμε πως δεν συνιστούν παρά άλλη μια αναγκαστική ‘εφεύρεση’ της εποχής. Η οποία έρχεται, σαν μία δήθεν ‘μοντερνιά’, να συγκαλύψει την τραγική ένδεια (ορθογραφική/ συντακτική/ γραμματική) χρήσης της γλώσσας που βιώνουν οι περισσότεροι από τους χρήστες. Οι οποίοι παρ’ όλα αυτά, παρά την αμορφωσιά και την έλλειψη στοιχειώδους ελληνικής παιδείας που επιδεικνύουν- δεν διστάζουν ενίοτε -και με έναν άκρως γελοίο τρόπο- να υπερασπίζονται κι ορισμένες ακραία εθνικιστικές θέσεις του στυλ ‘ejo oli oi jenoi apo tin xwra mas’. Την αγαπημένη μας βεβαίως-βεβαίως (αγ)ellada…
Ο Γιάννης έχει μόλις γίνει ‘φίλος’ με την Μαρία μολονότι προσωπικά δεν έχουνε συναντηθεί ποτέ. Η Μαρία έχει επίσης γίνει ‘φίλη’ του Ιgor, ο οποίος είναι ήδη ‘φίλος’ του Ivan, που είναι ‘φίλος’ με τον Bill και την Tara, η οποία –από αντιπροχθές- ζήτησε να γίνει ‘φίλη’ του Rabitranath, αν κι αυτός ο τελευταίος ακόμη δεν της έχει απαντήσει αν κάνει ή όχι αποδεκτό το αίτημα της. Μέσα στους δαιδαλώδεις διαδρόμους της εικονικής πραγματικότητας του face book πάμπολλοι άνθρωποι καθημερινά γίνονται ‘φίλοι’ με πάμπολλους άλλους ανθρώπους, τους περισσότερους από τους οποίους ούτε τους έχουν, ούτε και πρόκειται ποτέ να τους απαντήσουν εκ του σύνεγγυς. Ο Γιάννης κι η Μαρία φροντίζουν καθημερινά, σαν μεθοδικοί τοκογλύφοι, να εμπλουτίζουνε τις ανούσιες λίστες των ‘σχέσεων’ τους με καινούργια ονόματα ανθρώπων, άγνωστων μέχρι τούδε σ’ αυτούς, τους οποίους παρόλο που τόσο εύκολα ονοματίζουνε σαν ‘φίλους’, είναι πιθανό, αν ποτέ, μια μέρα των ημερών συναπαντηθούν μαζί τους στο δρόμο, να τους προσπεράσουν χωρίς καν να τους αναγνωρίσουν. Η Μαρία κι ο Γιάννης βρίσκονται πολύ κοντά στον πολύφερνο στόχο να γεμίσουνε τις λίστες τους με 1000 και βάλε άτομα, κι άμα το πετύχουν θα νοιώσουν σημαντικοί και σπουδαίοι, σαν Φαραώ που μόλις σκαρφαλώσανε μια πυραμίδα από φρέσκο και κοπανιστό αέρα.
Όλο αυτό το παιχνίδι των εικονικών σχέσεων μας πηγαίνει πολύ πιο πέρα από την τραγικότητα του μοντέρνου ορισμού των ανθρωπίνων ‘σχέσεων’. Γιατί δεν συνιστά μόνο μια ‘έκπτωση’ αυτών των σχέσεων αλλά ταυτόχρονα και μια αποδοχή αυτής της έκπτωσης. Πρόκειται για τη νέα πραγματικότητα των καιρών, η οποία εν πολλοίς παραμένει ακατανόητη για ανθρώπους γεννημένους προ του 1970. Βεβαίως στον χώρο της τέχνης, τα χαρακτηριστικά και τις επιπτώσεις αυτής αρρυθμίας τα είχε ήδη δραματοποιημένα περιγράψει – από το 1996 - ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Hal Salwen στην υπαρξιακή του ταινία ‘Denise calls up’ (ελλ. τίτλος: Αναμείνατε στο ακουστικό σας). Η οποία είχε σαν κεντρική της ιδέα την φενάκη της διασύνδεσης και ‘επαφής’ μιας δράκας ανθρώπων που πλέκανε τα νήματα των προσωπικών τους ζωών αποκλειστικά μέσα από σύρματα του τηλεφώνου και ποτέ στην πραγματικότητα. Αλλά και ακόμη παραπίσω -το 1975- στην αρχή περίπου του προβλήματος που είχε αρχίσει να δημιουργεί το πρωτόλειο ακόμη τότε νεοτεχνολογικό πλαίσιο, η συνθέτρια Janis Ian έβρισκε τρόπο να παρεμβάλει μέσα στο βαθύτατα συναισθηματικό της τραγούδι ‘at seventeen’ κάποιους ανατριχιαστικούς στίχους: ‘And those of us with ravaged faces /lacking in the social graces/ desperately remained at home/ inventing lovers on the phone /who called to say come dance with me/ and murmured vague obscenities./ It isn't all it seems… (Κι εκείνες από εμάς με τα φθαρμένα πρόσωπα/και με την λιγότερη κοινωνική γοητεία / απελπισμένες κλεινόμαστε στα σπίτια μας/ επινοώντας εραστές μέσα από τηλεφωνήματα/που μας καλούνε να χορέψουμε μαζί τους / και μας ψιθυρίζουν αόριστες αισχρολογίες./Τα πράγματα δεν είναι καθόλου κατά πως φαίνονται.)
Κάτω από τις ακόμη πιο προχωρημένες σημερινές συνθήκες, θα πρέπει a fortiori να συμφωνήσουμε μαζί της: Πραγματικά τα πράγματα δεν είναι καθόλου κατά πως φαίνονται!
Με την εξαίρεση της προέκτασης μιας ήδη υφιστάμενης πραγματικής σχέσης μέσα στα πεδία του παγκόσμιου ιστού, το υπόλοιπο μέρος των σχέσεων που οικοδομούνται σε αυτόν εμφανίζεται a priori προβληματικό. Κι αυτό δεν αφορά τόσο το επίπεδο και την ποιότητα των κινήτρων των προσώπων που διαντιδρούν μέσα στο web, (αφού, λίγο-πολύ σε κάθε πεδίο κοινωνικής επαφής αυτά παραμένουν σταθερά ως αρχέτυπα), όσο στο επίπεδο του ‘συντακτικού’ που διαθέτει το ίδιο το μέσο. Την τεχνική του δηλαδή φύση και τις προδιαγραφές του, που επιτρέπουν ή δεν επιτρέπουν να εμφιλοχωρήσουν μέσα στην επικοινωνιακή διαδικασία ορισμένα επιθυμητά πράγματα. Καθότι εδώ διαπιστώνεται στην πιο άμεση και πλέρια ίσως εφαρμογή του το θεώρημα McLuhan πως ‘το μέσο είναι το μήνυμα’. Αφού όντως, είναι η ίδια η φύση του μέσου αυτή που τελικά απολύτως καθορίζει το περιεχόμενο και την ποιότητα του εκπεμπόμενου μηνύματος.
Όσοι ανοίγουνε μια σελίδα στο face book δηλώνουνε ταυτόχρονα τις επικοινωνιακές τους προθέσεις καθώς και τον δημογραφικό τους στόχο. Είναι αναγκασμένοι να το κάνουν, καθότι τους ρωτά -κατά την προ-διαδικασία- το ίδιο το μέσο. Φυσικά οι περισσότεροι προχωρούν σε απαντήσεις εσκεμμένα παραπλανητικές ή -έστω –παραποιημένες. Κι αυτό γιατί στην πραγματικότητα δεν καλούνται να χτίσουνε εκεί διαπροσωπικές σχέσεις με τους γνωστούς τυπικούς κανόνες των διαπροσωπικών σχέσεων. Αντίθετα, σε ένα καινοφανές πεδίο, (προ)καλούνται να οικοδομήσουν ένα νεότευκτο είδος ‘διαπροσωπικών’ σχέσεων οι οποίες –υποχρεωτικά- θα τελούν ανά πάσα στιγμή σε κοινή θέα και θα υπόκεινται στην εξέταση του κάθε ενδιαφερόμενου τρίτου. Συμμετέχουν δηλαδή -είτε τους αρέσει είτε όχι- σ’ ένα είδος ανοιχτού παιχνιδιού ‘big brother’ στο οποίο ολόκληρη η διαδικτυωμένη κοινωνία κρατά για λογαριασμό της έναν -στ’ αλήθεια πολύ ενοχλητικό- ρόλο, αυτόν του ανεπιθύμητου μπανιστιρτζή. Κι επειδή οι συνθήκες αυτές, όπως είναι φυσικό, μόνο την διαδραστικότητα δεν ευνοούν, εξωθούν αναγκαστικά το κάθε άτομο να επινοήσει προσωπικούς μηχανισμούς χρήσης αλλά και υπεκφυγής του ‘συντακτικού’ του μέσου. Προσπαθώντας να συνδυάσει τα ασυνδύαστα καταλήγει τελικά, σαν τους υποκριτές μοναχούς του Μεσαίωνα, να ξεκοκαλίζει με βουλιμία μόσχους σιτευτούς μεγαλο-Παρασκευιάτικα ξαναβαπτίζοντας τους σαν ‘ραδίκια’. Παλεύει με κάθε τρόπο και τα ιδιωτικά του βίτσια να ικανοποιήσει αλλά και τις δημόσιες αρετές να εμφανιστεί ως τηρούν.
Όπως είναι αναμενόμενο, στην υπηρεσία αυτής της μεθοδολογίας πρώτο και αναπόφευκτο θύμα πέφτει η αυθεντικότητα. Στο face book τίποτε δεν είναι αυτό που φαίνεται πως είναι. Τα πάντα είναι ρετουσαρισμένα και προσεκτικά συνταιριασμένα έτσι που να δημιουργούν μια συγκεκριμένη εικόνα αναφορικά με τον χρήστη. Αυτήν που ο ίδιος έχει καταστρώσει και θέλει να προβάλει προς τα έξω. Το ουσιαστικό εν τούτοις πρόβλημα για τους υπόλοιπους –το επαναλαμβάνω- δεν εντοπίζεται στην πιθανή κακότητα των προθέσεων του χρήστη, αφού αυτή (η κακότητα), όπως προανέφερα, σε κάποιον βαθμό μπορεί να προεξοφληθεί ως δεδομένη. Και στο web, όπως και οπουδήποτε αλλού, η αναλογία των απατεώνων, των ανθρώπων που θέλουν να εκμεταλλευτούν ανθρώπους, των παιδόφιλων, των τυχοδιωκτών, των ζιγκολό, κοκ. παραμένει σταθερά σταθερή. Με ποσοτικούς όρους δεν κινδυνεύει κανείς απ’ αυτούς περισσότερο η λιγότερο απ’ όσο κινδυνεύει σε οποιοδήποτε άλλο πεδίο, μέσο ή περίσταση. Το πραγματικό πρόβλημα εστιάζεται στο ότι το μέσο αυτό καθ’ εαυτό είναι -όπως θάλεγε και ο McLuhan- ‘ψυχρό’(cool). Από τη μια μεριά παρέχει ανενδοίαστα κι αφιλτράριστα στον πομπό τη δυνατότητα να περάσει το όποιο μήνυμα τον βολεύει, κι από την άλλη αποστερεί τον δέκτη από τη δυνατότητα να ελέγξει, στον απαιτούμενο βαθμό ασφαλείας, την βασιμότητα κάθε στοιχείου κι ισχυρισμού που του παρέχεται. Το face book (και το internet γενικότερα) με τον τρόπο αυτό δημιουργούν μια πελώρια λίμνη υποκρισίας και συγκαλυμμένου ψεύδους, κυρίως επειδή τσιγκουνεύονται την ποσότητα της μεταδόσιμης πληροφορίας και χρησιμοποιούν ένα συντακτικό που αχρηστεύει τους εξαιρετικά χρήσιμους μηχανισμούς metacommunication.
Κάθε φορά που ένας άνθρωπος ξεκινά πρωί-πρωί από το σπίτι του για να πάει στη δουλειά συναπαντιέται στον δρόμο με διάφορους γνωστούς και φίλους. Στην πλειονότητα τους οι γνωστοί αυτοί κι οι φίλοι του εύχονται ‘καλημέρα’. Άλλοι από αυτούς την εννοούν κι άλλοι όχι. Ο άνθρωπος μας είναι σε θέση εύκολα να ξεχωρίσει τους μεν από τους δε, αναλύοντας όχι τόσο το μήνυμα καθ’ εαυτό (την ‘καλημέρα’ δηλαδή), όσο τις άρρητες πληροφορίες που το συνοδεύουν και το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εκφέρεται. Αυτή ακριβώς η διαδικασία επισκόπησης πλαισίου αποκαλείται ‘metacommunication’. Και γίνεται εξαιρετικά αποκαλυπτική, καθότι είναι τελείως διαφορετικό πράγμα να μουρμουρίζει κανείς μέσα από τα δόντια του μια μουντή και κοφτή ‘…μέρα’ και ριζικά διαφορετικό να την προφέρει δυνατά και καθαρά, χαμογελώντας ταυτόχρονα ενώ το κάνει και κοιτάζοντας σταράτα. Αυτές οι πρόσθετες πληροφορίες είναι που κάνουν τη διαφορά κι αυτές είναι που καθορίζουν την τελική αξιοπιστία του μηνύματος. Έχουμε εδώ μια κλασσική περίπτωση επικοινωνιακού μηχανισμού που μεταστοιχειώνει την ποσότητα σε ποιότητα και αυξάνει έτσι το επίπεδο αναγνωρισιμότητας (άρα και ασφάλειας) των εμπλεκόμενων μερών. Δεν πρόκειται για τίποτε το καινούργιο. Αφού αυτό ακριβώς είχε στο μυαλό του και ο McLuhan, όταν στο πρώτο μέρος του συγγράμματος του ‘Understanding Media’ διαχώριζε τα μέσα σε ‘θερμά’ και ‘ψυχρά’. Όπου ήθελε τα μεν ‘θερμά’, όπως η γραπτή λογοτεχνία και ο κινηματογράφος, παρέχουνε γενναιόδωρα στον χρήστη τους όλες τις απαιτούμενες λεπτομέρειες (θυμηθείτε για παράδειγμα τα clues της Αγκάθα) και τον καθιστούν ικανό να βγάλει νόημα, τα δε ‘ψυχρά’, όπως η TV, το τηλέφωνο, τα commix και το internet δουλεύουν αφαιρετικά και διατηρούν σκοτεινές γωνιές στις οποίες στ’ αλήθεια μπορεί να παραφυλάνε δολοφόνοι. Η ποσοτική έλλειψη ουσιαστικών και απαραίτητων δεδομένων αλλά και η απουσία μιας metacommunication διαδικασίας ικανής να επαληθεύει την γνησιότητα και την ποιότητα των υπολοίπων, αποτελούν τα κρίσιμα μειονεκτήματα ασφαλείας του face book. Το αποτέλεσμα είναι πως οποιοσδήποτε περνά τις πύλες του παύει να είναι σε θέση να γνωρίζει τα πραγματικά πρόσωπα με τα οποία συνδιαλέγεται, δυσκολεύεται να αντιληφθεί ποιά διάθεση έχει ανά πάσα στιγμή ο κάθε συνομιλητής του, και το πως ακριβώς εννοεί εκείνα που λέει. Η αλλοπροσωπία, η παρερμηνεία και η παρεξήγηση διαρκώς ελλοχεύουν.
Όμως η κάθε συνδιάλεξη στο face book δεν είναι μόνο οντολογικά επικίνδυνη είναι και κοινωνικο-ψυχολογικά επισφαλής. Ο διάλογος σε κάθε του μορφή ενέχει εγγενώς μια κάποια μορφή ρίσκου αφού από την ίδια του την φύση συνιστά μια διαμάχη που ‘ματώνει’, πότε την μια και πότε την άλλη πλευρά. Στις πραγματικές διαπροσωπικές σχέσεις το μάτωμα αυτό (ακόμη και τότε που συμβαίνει με ολοκληρωτικούς όρους) είναι ανεκτό καθ’ όσον παραμένει αυστηρά ιδιωτικό. Στο face book όμως το κάθε μάτωμα είναι δημόσιο και μπορεί στ’ αλήθεια να προκαλέσει μεγάλη ζημιά. Η εικόνα ενός ‘υποσκελισμένου’ ατόμου αποδομείται ανελέητα από τον περίγυρο του και το κοινωνικό του στάτους υποβιβάζεται πολλά επίπεδα παρακάτω. Η κοινωνική χλεύη σε κάθε περίπτωση και σε κάθε διαβάθμιση της παραμένει εξαιρετικά επίπονη και δυσβάστακτη.
Απότοκος φυσικά αυτού του πράγματος είναι η μεγάλη επιφυλακτικότητα που προνοητικά επιδεικνύουν οι κάθε λογής χρήστες στις επαφές τους. Καταλήγοντας είτε να αποφεύγουνε ολοσχερώς τον διάλογο, είτε να τον διαχειρίζονται σε κάποιες πολύ ιδιότυπες, sui generis μορφές του.
Η ολοκληρωτική αποφυγή διαλόγου μπορεί κατ’ αρχήν να φαντάζει ως απίθανη μέσα στα πλαίσια ενός ειδικά επινοημένου χάριν της επικοινωνίας μέσου, παρ όλα αυτά αποτελεί το πλέον χρησιμοποιούμενο συμβατικό όπλο (μάλλον: αντι-όπλο) των χρηστών. Η πρακτική που συνήθως ακολουθούν τα περισσότερα μέλη είναι να διαβάζουν μεν και να ελέγχουν το κάθε τι που γράφεται, να απαντούν ωστόσο πολύ επιλεκτικά μόνο σε προσεκτικά ελεγμένες άσφαιρες ηπιότητες. Οι περισσότεροι κρατούν μονίμως ψηλά τις κεραίες τους προκειμένου να ανιχνεύσουν έγκαιρα την πιθανότητα που έχει ένα ιντρικαδόρικο θέμα να τους εκθέσει σε μια ειδική ή γενική αψιμαχία ή σε κάποιο ξέσπασμα λεκτικής βίας. Μια τέτοια κατάσταση κρίνεται άκρως ανεπιθύμητη από αυτούς γι αυτό και μόλις την εντοπίσουν επιβάλλουν παραχρήμα μια βαθιά σιωπή ασυρμάτου. Σε ένα από τα πλέον δημοφιλή και πολυπληθή fora θρησκόληπτων, επί παραδείγματι παρεισέφρησε πριν από κάμποσο καιρό ένας προβοκάτορας ‘συνδρομητής’ και ανήρτησε ένα εκτεταμένο σχόλιο με το οποίο υποστήριζε την ύπαρξη φυσικών αδελφών του Ιησού. Παρά την πολυπληθία των ορθόδοξων μελών και την ανοικτή πλέον πρόκληση που αυτά δέχονται μέσα στην έδρα τους, κανένας τους δεν έχει μέχρι στιγμής δεήσει να αντιμετωπίσει αυτούς τους αντιβαίνοντες προς τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις τους ισχυρισμούς. Η πιθανότερη ερμηνεία για αυτού του τύπου την φυγομαχία κατά την γνώμη μου, σχετίζεται, όχι τόσο με την ατομική έλλειψη των απαραίτητων για ένα τέτοιο είδος αντιπαράθεσης γνώσεων, όσο με το γεγονός της αναγκαστικής δημοσιοποίησης αυτής της έλλειψης, ενώπιον μιας μεγάλης μάζας αφανών θεατών. Το άτομο δηλαδή, με τελείως αντι-Σωκρατικά κριτήρια, δεν σοκάρεται τόσο από την ατομική του ανεπάρκεια σε κάποιο ιδιαίτερο πεδίο δεξιοτήτων, όσο από το ενδεχόμενο να πληροφορηθούνε κάποιοι τρίτοι αυτή του την ανεπάρκεια. Αντί να χρησιμοποιεί την κοινωνικότητα του ως εφαλτήριο γνώσης την χρησιμοποιεί ως πασαρέλα.Οπότε όχι μόνο δεν ζητά και δεν εκμεταλλεύεται την διαθέσιμη βοήθεια των άλλων, όχι μόνο δεν αναγνωρίζει και δεν επιχειρεί να θεραπεύσει τις προσωπικές του αδυναμίες, αλλά αντίθετα ακριβώς επιχειρεί να τις αποκρύψει από όλους.
Καθηλώνεται στα δεδομένα του, μπλοκάρει λειτουργικά την εξέλιξη του και φοβικά καταγίνεται με το πως θα ‘προστατεύσει’ πλέον αποτελεσματικά τον εαυτό του από το ενδεχόμενο μιας κοινωνικής χλεύης και αποδοκιμασίας. Έτσι, αναγκαστικά, προβάρει μια μάσκα κοινωνικής αδιαφορίας κι αμετοχίας. Διηγούμενο στον εαυτό του το ανέκδοτο του γρύλλου, καταλήγει για τακτικούς καθαρά λόγους, να απαρνείται τον διάλογο.
Φυσικό εξαγόμενο αυτής της γενικευμένης πρακτικής είναι το φαινόμενο της δεσπόζουσας έλλειψης ουσιαστικών διαλόγων μέσα στις ατελείωτες σελίδες του face book. Όσο και να ψάξει κανείς δεν υπάρχει περίπτωση να συναντήσει εμπνευσμένες φιλοσοφικές συζητήσεις, οικονομολογικούς διαξιφισμούς ή έστω μεστές πολιτικές αψιμαχίες. Κάπου-κάπου μόνον μπορεί να ανιχνεύει σκόρπιες παράτες μονολόγων ή λιγόλογες και πολύ προσεκτικά διατυπωμένες παραθέσεις Προσωπικών απόψεων. Με το ‘Π’ προκαταβολικά τονισμένο από τον ίδιο τον φορέα τους. Σε κάθε περίπτωση ένας προσεκτικός παρατηρητής εύκολα και γρήγορα θα διαπιστώσει πως οι επιθετικοί σχολιασμοί στην πλειονότητα τους δεν προκαλούν αντίλογο.
Το αντίθετο ακριβώς ισχύει για τα politically correct σχόλια, τις κολακείες, τους επαίνους, τις διατυπώσεις κοινότυπων κλισέ και τις κοινωνικά ευδόκιμες θέσεις. Ο,τιδήποτε μπορεί να εκφραστεί από την πλευρά ενός ατόμου εκ του ασφαλούς και να εντείνει τους δεσμούς που αυτό διατηρεί με μια ομάδα, ή να καλλιεργήσει την αντίθεση αυτής της ομάδας απέναντι στις υπόλοιπες, παρουσιάζεται ευθαρσώς -και ενίοτε με σημαντική έπαρση ή προπέτεια. Και μάλιστα -κατά πως θα ήταν και αναμενόμενο- τα σχόλια αυτού του τύπου συγκεντρώνουν άφθονους προσθετικούς και επιτατικούς σχολιασμούς από τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας. Οπουδήποτε σημειώνεται μια γενική ομόνοια ή –έστω- εκεί όπου ένα υπό διαπραγμάτευση θέμα διαθέτει αρεστό και δημοφιλές για μια πλειοψηφία περιεχόμενο, ουδείς διαθέτει λόγο και ενδοιασμό να μην εκδηλωθεί εντατικά υπέρ του. Και το κάνει με δυο εναλλακτικούς τρόπους. Έναν τεμπέλικο κι έναν εναργή. Επιλέγοντας τον πιο ασφαλή/τεμπέλικο συμμετέχει σε ένα είδος αυτό-επιβεβαιωτικού ‘δημοψηφίσματος’. Κλικάρει απλώς πάνω σ’ ένα διαθέσιμο ειδικό κομβίο και μ’ αυτό ‘καρφιτσώνει’ μια ετικέτα ‘Μου αρέσει/I like it’ πάνω στην αρχική τοποθέτηση. Πρόκειται για μια διαδικασία η οποία δύναται, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, να προκαλέσει την συσσώρευση μιας επίφοβης μάζας ‘συμφωνιών’ που πρόδηλο σκοπό τους έχουν, από τη μια να (επι)βεβαιώσουν την ιδεολογική ταυτότητα της κοινότητας και να προσδώσουν μεγαλύτερη δημογραφική ισχύ στα πιστεύω της, κι από την άλλη να διαδηλώσουν μια ριζική (πολεμική ενίοτε) αντίθεση προς
κάθε αντιτιθέμενη άποψη. Διότι ανέκαθεν η πολυπληθία χάριζε γενναιότητα και ευτολμία. O μηχανισμός προσομοιάζει αρκούντως σε εκείνα τα ομαδικά τελετουργικά που χρησιμοποιούν οι κοινότητες των εξαρτημένων/ απεξαρτημένων ατόμων που συντάσσουν δεμένες απ’ τα χέρια κυκλοφερείς ομάδες των οποίων το κάθε
μέλος δίνει κάθε τόσο ένα δυναμικό ‘παρών’. Και στο face book ο καθένας προκειμένου να αντλήσει δύναμη από τους άλλους συνάπτει μια άτυπη οιονεί κοινωνία μαζί τους κι ανακοινώνει περιστασιακά την εμμονή του στην αποδοχή και τήρηση κάποιων κοινών αρχών. Κι η Ευγενία είναι εδώ και είναι εντάξει. Κι ο αδελφός Ισίδωρος είναι εδώ κι είναι εντάξει. Κι ο Ιορδάνης. Κι ο Παχούμιος. Κι η Ζηνοβία. Κι όλοι οι λοιποί ομονοούντες αδελφοί. Βρε τι πολλοί που είμαστε και τι ωραία που τα λέμε!
Κι αφού τα μεγέθη της δημοφιλίας καταλήξουν στην δημιουργία μια κρίσιμης μάζας, τότε συμβαίνει ακόμη και τα πιο δειλά από τα μέλη της κοινότητας να ξεθαρρεύουν και να εκφράζονται εναργώς και πλέον ανοικτά. Πιάνουν και διατυπώνουν με κωδικοποίηση greekglish σύντομα μηνύματα με τα οποία κατεξοχήν συνεισφέρουν επανα-φραζόμενες κοινοτυπίες επάνω στην βασική θέση. Σχεδόν πάντοτε τα σχόλια αυτά συντίθενται από μικρές και περιεκτικές προτάσεις. Και δεν θα μπορούσε να είναι τίποτε το διαφορετικό αφού σκοπό τους δεν έχουν τόσο την προσπάθεια διαύγασης επί μέρους λεπτομερειών της αρχικής θέσης, αλλά κυρίως την επιβεβαίωση της συμμετοχής του φορέα τους στην ευρύτερη κοινότητα. Όσον αφορά τα greekglish πάλι, (τα ελληνικά που γράφονται με αγγλικούς χαρακτήρες) μπορούμε βασίμως να υποψιαστούμε πως δεν συνιστούν παρά άλλη μια αναγκαστική ‘εφεύρεση’ της εποχής. Η οποία έρχεται, σαν μία δήθεν ‘μοντερνιά’, να συγκαλύψει την τραγική ένδεια (ορθογραφική/ συντακτική/ γραμματική) χρήσης της γλώσσας που βιώνουν οι περισσότεροι από τους χρήστες. Οι οποίοι παρ’ όλα αυτά, παρά την αμορφωσιά και την έλλειψη στοιχειώδους ελληνικής παιδείας που επιδεικνύουν- δεν διστάζουν ενίοτε -και με έναν άκρως γελοίο τρόπο- να υπερασπίζονται κι ορισμένες ακραία εθνικιστικές θέσεις του στυλ ‘ejo oli oi jenoi apo tin xwra mas’. Την αγαπημένη μας βεβαίως-βεβαίως (αγ)ellada…
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(Atom)
Πρωτοσέλιδα Εφημερίδων
Δημοφιλείς αναρτήσεις
-
Ποινή φυλάκισης 6 μηνών με αναστολή επέβαλε το μονομελές πρωτοδικείο Καστοριάς, στους συμπολίτες μας Γιώργο Μαντζούρα και Σωκράτη Λιάνο, ...
-
Η κ. Σουλτάνα Ζορπίδου είναι υποψήφια Δημοτική Σύμβουλος με τον συνδυασμό του Νίκου Βασιλειάδη και σχολιάζει παλαιότερο δημοσίευμα της ...
-
Κανένας από τους "πρωτοκλασάτους" της ομάδας Χατζησυμεωνίδη δεν αποτόλμησε να παραστεί στο μνημόσυνο των θυμάτων της γερμανικής...
-
Επιμέλεια Μαριάννα Ιατρίδου Η απαξίωση του πολιτικού συστήματος και των εκπροσώπων του, που φτάνει στο 36% για το νομό της Καστοριάς, αποτυ...
-
Σωρεία διοικητικών παραβάσεων και αξιόποινων πράξεων, διαπιστώνει το πόρισμα των Ορκωτών Λογιστών που αφορά την διαχειριστική περίοδο 201...
-
►ΜΕ ΤΟ ΚΑΛΗΜΕΡΑ του νέου χρόνου, έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες “διαρροές” από τον συνδυασμό του δημάρχου Καστοριάς, κατά την διάρ...
-
Σε άνδρα 58 ετών ανοίκει το πτώμα που βρέθηκε το απόγευμα της Τετάρτης σε παραλίμνια περιοχή της λίμνης Πολυφύτου Κοζάνης. Για τον άστυχ...
-
Άρθρο του Δημήτρη Ιατρίδη Ακούμε τελευταία κατά κόρον, από επίσημα χείλη, να γίνεται λόγος για απεντάξεις έργων και στους τρεις Δήμο...
-
Με πλαστά πτυχία βρέθηκαν 15 μόνιμοι υπάλληλοι της Βουλής και η υπόθεσή τους εστάλη στον εισαγγελέα προκειμένου να ερευνηθεί αν τα αυτ...
-
Με αμείωτους ρυθμούς αλλά και με αστυνομική παρουσία συνεχίστηκαν και σήμερα οι ουρές στα ΑΤΜ της Καστοριάς. Πολλά από τα οποία έχουν...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου